Να μην μετατραπούν οι εκπαιδευτικοί σε συνένοχους στην εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής
Καμία συμμετοχή στις διαδικασίες επιλογής διευθυντών
Μπαίνει σε εφαρμογή αυτές τις μέρες ο νέος τρόπος επιλογής των διευθυντών σε όλα τα σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το πλαίσιο η επιλογή γίνεται με μοριοδότηση η οποία προβλέπει τη συμμετοχή του συλλόγου διδασκόντων – μέσω ψηφοφορίας – σε ένα ορισμένο ποσοστό. Το υπόλοιπο καθορίζεται από τα λεγόμενα «τυπικά» προσόντα του υποψήφιου διευθυντή.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας για να πείσει για το εγχείρημα αυτό αξιοποιεί τον ισχυρισμό ενός «περισσότερο δημοκρατικού» τρόπου επιλογής των διευθυντών έναντι του προηγούμενου συστήματος. Βέβαια με περίτεχνο τρόπο βγάζει από το κάδρο το σύνολο σχεδόν της συνεχιζόμενης μνημονιακής πολιτικής στην εκπαίδευση. Στην κατεύθυνση αυτή οι φιλοκυβερνητικές δυνάμεις μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών κάνουν λόγο για τον «αέρα δημοκρατίας που πρέπει να φυσήξει στα σχολεία».
Ο νέος τρόπος επιλογής που τώρα μπαίνει σε λειτουργία γίνεται σε μια περίοδο κατά την οποία όλα τα προβλήματα της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών παραμένουν ζωντανά και επίκαιρα. Η συνέχιση της βαθιάς φτώχειας των εκπαιδευτικών, οι διορισμοί με το σταγονόμετρο για να καλυφθούν τα δραματικά κενά σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η εφαρμογή του αυξημένου ωραρίου για τρίτη συνεχή χρονιά για το σύνολο των εκπαιδευτικών της Β/βάθμιας εκπαίδευσης, τα περισσότερα από 1500 κλειστά σχολεία λόγω του λεγόμενου «εξορθολογισμού» στα πλαίσια της βαθιάς μνημονιακής λιτότητας είναι μόνο λίγα από τα προβλήματα με τα οποία συνεχίζουν να βρίσκονται αντιμέτωποι οι εκπαιδευτικοί. Ταυτόχρονα η υποτιθέμενη «ανακούφιση» από την αναστολή της αξιολόγησης μόνο προσωρινό χαρακτήρα μπορεί να έχει μιας και η κυβέρνηση προχωρά με γοργά βήματα στο σχεδιασμό και την εφαρμογή του νέου πλαισίου αξιολόγησης για την επόμενη χρονιά. Την ίδια στιγμή το υπουργείο Παιδείας δηλώνει κατηγορηματικά πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών στα τμήματα, ως ελάχιστο όρο για την ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να παραγνωρίζουμε πως ολόκληρο το αντιδραστικό πλαίσιο λειτουργίας των σχολείων (καθηκοντολόγιο, αυταρχισμός της διοίκησης κλπ) παραμένουν σε πλήρη ισχύ ακόμα κι αν στη συγκεκριμένη περίοδο βρίσκονται σε «καταστολή». Τέλος, μπορεί η κακόφημη τράπεζα θεμάτων να μπήκε στο «ψυγείο» αλλά αυτό δεν αναιρεί σε τίποτα τον βαθιά ταξικό προσανατολισμό του «νέου» Λυκείου που συνεχίζει να εφαρμόζεται, ενώ οι ρυθμίσεις – μπαλώματα που προτείνονται αποδεικνύουν πως αυτή η πολιτική δεν μπορεί να διορθωθεί παρά μόνο να ανατραπεί.
Στους πέντε μήνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τα δείγματα γραφής της εφαρμοζόμενης πολιτικής για την πλατιά πλειοψηφία του λαού μας είναι αποκαλυπτικά. Συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων που βίαια επέβαλλαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Οι εκβιασμοί και τα ιμπεριαλιστικά τελεσίγραφα των ΕΕ και ΔΝΤ μετονομάζονται σε «έντιμο συμβιβασμό με τους εταίρους» ενώ τα νέα αντιλαϊκά μέτρα που προετοιμάζονται για το λαό βαφτίζονται «συμφωνία». Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ παρά τα επικοινωνιακά τεχνάσματα και τα «παιχνίδια» με τους όρους, συνεχίζει απαρέγκλιτα την πολιτική της βαθιάς ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποδούλωσης. Οι
Μέσα σε αυτό το πολιτικό περίγραμμα, αποτελεί τουλάχιστον υποκρισία από τη μεριά της κυβέρνησης και της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας η επίκληση για «δημοκρατία στα σχολεία» όταν δεν θίγεται το σύνολο της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής, ενώ μεθοδεύεται η επιβολή ενός νέου σκληρού και αντιλαϊκού μνημονίου στις πλάτες του λαού. Από ολόκληρο το κάδρο της πολιτικής που εφαρμόστηκε και εξακολουθεί να ισχύσει στην εκπαίδευση όλα τα χρόνια των μνημονίων η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας επιλέγει να αναδείξει ένα επιμέρους «θεσμικό» ζήτημα αυτό της επιλογής των διευθυντών και μάλιστα με επικοινωνιακούς όρους. Οφείλουμε λοιπόν πρωτίστως να υπογραμμίσουμε πως αν η πραγματική πρόθεση του υπουργείου Παιδείας είναι να καλυτερεύσει τους όρους ζωής και εργασίας των εκπαιδευτικών και λειτουργίας των σχολείων, τότε οφείλει πριν και πάνω απ’ όλα να δώσει λύση στα καυτά τους προβλήματα. Αλλά και επί της ουσίας, για το περιεχόμενο του συγκεκριμένου «θεσμού» οφείλουμε να επισημάνουμε τα εξής.
Ανεξάρτητα από τον τρόπο επιλογής του, ο διευθυντής του σχολείου αποτελεί τον τελικό κρίκο, σε μια μακριά αλυσίδα, στην εφαρμογή της κυρίαρχης πολιτικής στην εκπαίδευση. Έτσι και οι νέοι διευθυντές που τελικά θα επιλεγούν με τη διαδικασία αυτή, θα κληθούν αργά ή γρήγορα να εφαρμόσουν την ισχύουσα αντιεκπαιδευτική πολιτική ερχόμενοι εξ αντικειμένου σε αντιπαράθεση με το εκπαιδευτικό κίνημα και τις διεκδικήσεις του. Άραγε τι δυνατότητα θα έχουν οι νέοι διευθυντές να υλοποιήσουν την εκφρασμένη θέση του κλάδου και δεδηλωμένη θέληση της συντριπτικής πλειονότητας των συλλόγων διδασκόντων για 20 μαθητές στο τμήμα όταν η κυβερνητική πολιτική επιβάλλει το γνωστό 27 συν 10%; Αλλά και με δεδομένο το ρόλο και το χαρακτήρα του σχολείου και της εκπαίδευσης σαν μηχανισμός αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας και παραγωγής του δυναμικού για τις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας, ποιες θα είναι οι δυνατότητες των νέων διευθυντών ή ακόμα και των συλλόγων διδασκόντων να χαράξουν μια διαφορετική πορεία σε σχέση με σημαντικά ζητήματα όπως τα προγράμματα σπουδών (τι διδάσκουμε στα παιδιά) ή ακόμα και στην καθημερινότητα των σχολείων και των μαθητών; Πολύ δε περισσότερο που στις σημερινές συνθήκες όξυνσης και βαθέματος της καπιταλιστικής κρίσης αποτελεί μεγάλη αυταπάτη η αντίληψη ότι μπορεί το σχολείο να λειτουργήσει με τη λογική της «αμεσοδημοκρατίας» ή ακόμα και της «αυτοδιαχείρισης».
Η τρόπος επιλογής των διευθυντών που εισάγεται από τη μεριά του υπουργείου στα πλαίσια της λεγόμενης «συμμετοχικής δημοκρατίας» ή καλύτερα της «κοινωνικής λογοδοσίας» όπως παρουσιάζεται σήμερα δεν είναι καινούργιος. Είναι τόσο παλιός όσο και η ρεφορμιστική πολιτική μέσα στο μαζικό κίνημα. Εντάσσεται στη σοσιαλδημοκρατική ιδεολογία, την οποία προέβαλε τις προηγούμενες δεκαετίες το ΠΑΣΟΚ μέσα στο κίνημα και η οποία επανέρχεται σήμερα από την νέα έκδοσή της, την οποία εκφράζουν οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι η γραμμή εκείνη που με το μανδύα και την αυταπάτη της «συνδιοίκησης» επιχείρησε να επιβάλλει μορφές συναίνεσης και υποταγής του εκπαιδευτικού κινήματος απέναντι στο αστικό κράτος και την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική. Μια γραμμή που επιχειρούσε ταυτόχρονα να συγκαλύψει το πραγματικό ταξικό περιεχόμενο της εφαρμοζόμενης πολιτικής στην εκπαίδευση. Κάτω όμως από την πίεση, τους σκληρούς και πολύχρονους αγώνες του εκπαιδευτικού κινήματος – και ιδιαίτερα της πτέρυγας εκείνης που ασκούσε πολεμική αντιπαράθεση στις ρεφορμιστικές αντιλήψεις – αποκαλύφθηκε τόσο το ταξικό περιεχόμενο της εκπαίδευσης όσο και ο λαθεμένος και αποπροσανατολιστικός χαρακτήρας των προτάσεων περί «συνδιοίκησης».
Σήμερα με τη μορφή της «συναπόφασης» και της «συμμετοχής» επιχειρείται για μια ακόμα φορά να συγκαλυφθεί η συνέχιση της βαθιά αντιλαϊκής και αντιεκπαιδευτικής πολιτικής στην εκπαίδευση. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση καλλιεργώντας τέτοιου είδους ψευδαισθήσεις και αυταπάτες επιδιώκει να μετατρέψει τους εκπαιδευτικούς συνένοχους στην συνέχιση της πολιτικής αυτής. Στο βαθμό που το συνδικαλιστικό κίνημα εξακολουθεί και βρίσκεται αντιμέτωπο με το σύνολο των καυτών και ζωτικών προβλημάτων των δεκάδων χιλιάδων εκπαιδευτικών, η μετατόπιση του κέντρου βάρους από τα βασικά επίδικα και τις αγωνιστικές διεκδικήσεις, προς τα λεγόμενα «θεσμικά» ζητήματα, στην πραγματικότητα εξωραΐζει, αθωώνει και τελικά υπηρετεί την κυβερνητική πολιτική.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Εκπαιδευτικός Όμιλος – βασική συνιστώσα των Αγωνιστικών Παρεμβάσεων Συσπειρώσεων Κινήσεων – καταθέτει όλες του τις δυνάμεις ώστε να ξεδιαλύνουν οι κάθε λογίς ρεφορμιστικές αυταπάτες. Μπροστά στις επερχόμενες συνεδριάσεις των συλλόγων διδασκόντων για την εκλογή των διευθυντών καλούμε τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς να απορρίψουν τη συνέχιση της αντιεκπαιδευτικής – αντιλαϊκής πολιτικής. Με το τρίπτυχο λευκό – άκυρο – αποχή στις διαδικασίες αυτές να εκφράσουν την διαμαρτυρία και την αντίθεσή τους απέναντι στην πολιτική που φτωχαίνει τον εκπαιδευτικό και κονταίνει το Δημόσιο Σχολείο.
Ταυτόχρονα επειδή η νέα αντιλαϊκή συμφωνία υποδούλωσης μεταξύ κυβέρνησης και ιμπεριαλιστών είναι προ των πυλών, καλούμε όλους τους εκπαιδευτικούς να μπουν ξανά στο δρόμο του αγώνα. Με τη συσπείρωση γύρω από τα πρωτοβάθμια σωματεία. Να ασκήσουμε τη μέγιστη δυνατή πίεση να μπουν τα εκπαιδευτικά συνδικάτα σε τροχιά αγωνιστικών κινητοποιήσεων ενάντια στη νέα αντιλαϊκή συμφωνία, για την πλήρη ανατροπή της πολιτικής των μνημονίων της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης.
Κάντε το πρώτο σχόλιο