Δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην εφημερίδα της κυβέρνησης το Προεδρικό Διάταγμα για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών (Π.Δ. 152/5/11/2013, αρ. φυλ. 240) Η δημοσίευση έρχεται μετά την ψήφιση του νόμου για τη διασφάλιση της ποιότητας στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τη θεσμοθέτηση του σχετικού οργανισμού (φορέα υλοποίησης της αξιολόγησης, ν. 4142/13,9/04/2013, αρ. φυλ. 83) και του πορίσματος της επιστημονικής επιτροπής (κρατικά διορισμένης) που έβαζε τους άξονες του εγχειρήματος μέσα στη σημερινή συγκυρία. Η επιβολή της αξιολόγησης γίνεται με το επιχείρημα της βελτίωσης της ποιότητας της εκπαίδευσης, η δε έλλειψή της σύμφωνα πάντα με τον λόγο της εξουσίας, είναι υπεύθυνη για την κρίση της εκπαίδευσης. Οι πραγματικοί στόχοι βέβαια είναι άλλοι και δεν έχει σχέση με καμιά ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου , όπως φαίνεται από τη συνολικότερη πολιτική που ασκείται σήμερα στην εκπαίδευση , πολιτική διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης , ωμής επιβολής της εμπορευματοποίησης και των ταξικών διακρίσεων, πρόσδεσης του εκπαιδευτικού συστήματος στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Η αξιολόγηση είναι από ένα από τα βασικότερα εργαλεία επιβολής νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην εκπαίδευση και γι αυτό η επιμονή της εξουσίας για την επιβολή της είναι απόλυτη. Αποτελεί σοβαρό εργαλείο για την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου σχολείου και τη συρρίκνωση των δομών του. Στη σημερινή συγκυρία συνδέεται στενά με τους στόχους της μνημονικής πολιτικής για την εκπαίδευση, ο ρόλος της όμως δεν εξαντλείται σ’ αυτούς, είναι ευρύτερος. Έχει να κάνει με το νέο μοντέλο εκπαίδευσης που το κράτος και το κεφάλαιο θέλουν να επιβάλλουν στην κοινωνία. Ένα μοντέλο που θα στηρίζεται στην κατάρτιση για τη μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών, ενταγμένη οργανωτικά στην ιδιωτική αγορά, με εντελώς συρρικνωμένες τις δομές της δημόσιας εκπαίδευσης , τη μεγάλη πλειοψηφία του μαθητικού πληθυσμού να μην μπορεί να προχωρήσει πέρα από την υποχρεωτική εκπαίδευση και τον εκπαιδευτικό ανασφαλή εργασιακά και υποταγμένο στις επιλογές της εξουσίας.
Η όλη προσπάθεια του του Υπουργείου Παιδείας να επιβάλλει την αξιολόγηση μέχρι τώρα έχει πέσει στο κενό. Τα επιμορφωτικά σεμινάρια που προαναγγέλλει του Υπουργείο Παιδείας για την εφαρμογή της αξιολόγησης ακυρώνονται το ένα πίσω από το άλλο , καθώς συναντούν τη μεγάλη αντίσταση των εκπαιδευτικών. Η προσπάθεια για ηλεκτρονική συμπλήρωση των ερωτηματολογίων για την αξιολόγηση επί υπουργίας της κ. Διαμαντόπουλου συνάντησε την απόλυτη αποστροφή του εκπαιδευτικού κόσμου και δεν έπεισε κανέναν ότι πρόκειται για μια ουσιαστική διαδικασία διαλόγου αλλά ήταν μια διαδικασία προκατασκευασμένων ερωτημάτων που θα έφερνε τις “επιθυμητές” για το Υπουργείο απαντήσεις. Απέτυχαν έτσι να περιθωριοποιήσουν τις συλλογικές αποφάσεις και τώρα επίσης συλλογικά κατακτημένη σκέψη του εκπαιδευτικού κινήματος για το ρόλο (κοινωνικό – πολιτικό) και τη λειτουργία της αξιολόγησης (ιδεολογική – αξιακή) στην εκπαίδευση. Ιστορικά απέτυχαν και όλες οι προσπάθειες μεταπολιτευτικά της κρατικής εξουσίας να επιβάλλει τη χειραγώγηση του εκπαιδευτικού έργου , να συρρικνώσει τη δημοκρατία και τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Από τα Προεδρικά Διατάγματα του ν.1566/85 ως το σκοταδιστικού τύπου πολυνομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου , τις προσπάθειες του διαδόχου του Γ. Σουφλιά , τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες Αρσένη (Π.Δ. ν.2525/97) και Ευθυμίου (ν.2986) ως το νόμο 3848/10 της Διαμαντόπουλου η κρατική εξουσία προσπάθησε να πάρει τη ρεβάνς από το εκπαιδευτικό κίνημα για την ήττα του αναθεωρητισμού και ”να κλείσει την παρένθεση που άνοιξαν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί από τη μεταπολίτευση ως σήμερα διεκδικώντας το επιστημονικό και πολιτικό τους δικαίωμα να έχουν λόγο για τις κατευθύνσεις και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης” (Χ. Νούτσος, Συγκυρία και Εκπαίδευση , 1990 , σε. 94)
Με όπλο την αξιολόγηση η μνημονιακή πολιτική στην εκπαίδευση προωθεί :
α .ένα συρρικνωμένο δίκτυο δημόσιας εκπαίδευσης στο όρια της διάλυσης. Η αξιολόγηση δομών και υπηρεσιών στο χώρο της εκπαίδευσης σημαίνει συγχωνεύσεις σχολείων , συμπτύξεις τμημάτων , μεταφορά μαθητών σε άλλα σχολεία , κλείσιμο τμημάτων ένταξης και ολοήμερων σχολείων. Σημαίνει κατάργηση της ενισχυτικής διδασκαλίας και της παράλληλης στήριξης. Σημαίνει κατηγοριοποίηση των σχολείων σε ”καλά” και ”κακά” ανάλογα με τη δυνατότητά τους να χρηματοδοτούνται από πόρους της τοπικής κοινωνίας και τους γονείς.
β. Η αξιολόγηση θα μεγαλώσει τη δεξαμενή των απολύσεων, και θα προωθήσει τη μισθολογική καθήλωση των εκπαιδευτικών. Θεσμοθετείται άλλωστε στην τωρινή συγκυρία γιαυτό το λόγο και πάντα σε συνάρτηση με τις γενικότερες στοχεύσεις του μνημονιακού καθεστώτος για τον δημόσιο τομέα. Στο πόρισμα της επιστημονικής επιτροπής του Υπουργείου αναφέρεται χαρακτηριστικά: “το ενδιαφέρον για την αξιολόγηση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου και του έργου των εκπαιδευτικών, καθώς και η θεσμοθέτηση ενός συστήματος αξιολόγησης στην Εκπαίδευση συνδέονται με τη συνολικότερη προσπάθεια αναμόρφωσης των λειτουργιών του ελληνικού κράτους(..)προκειμένου να επιτευχθεί, σε ασφυκτικά χρονικά περιθώρια και με ιό,τι αυτό συνεπάγεται στο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο, η δημοσιονομική προσαρμογή και ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής κοινωνίας» (Ομάδα εργασίας για την Αξιολόγηση 2012:5) Είναι φανερό ότι οι συντάκτες της έκθεσης πάνω στην οποία θεμελιώθηκε το τωρινό Προεδρικό Διάταγμα δεν εξαρτούν την εφαρμογή της αξιολόγησης από κάποια στενά παιδαγωγικά κριτήρια αλλά από την προώθηση των γενικότερων αλλαγών που προβλέπουν τα μνημόνια και προωθούν ένα κράτος που έχει εγκαταλείψει κάθε κοινωνική λειτουργία και πολιτική φυσικά και στο χώρο της εκπαίδευσης. Συνδεδεμένη λοιπόν με την πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου αναδεικνύεται σε αποτελεσματικό εργαλείο για το χτύπημα των όποιων κοινωνικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων στο χώρο του σχολείου. Η μισθολογική καθήλωση που θεσμοθετήθηκε με το νέο μισθολόγιο – βαθμολόγιο (4024/11) παίρνει σάρκα και οστά με την ποσόστωση που υπάρχει για πέρασμα από τον ένα βαθμό στον άλλο. Στον βαθμό Α’ μόνο ένα ποσοστό 20 % θα φτάνει σ’ αυτόν, οι εκλεκτοί της εξουσίας και όσοι θέλουν ν’ ακολουθήσουν το δρόμο της. (τα στελέχη της διοίκησης που υλοποιούν σήμερα τη μνημονιακή λεηλασία στο χώρο της εκπαίδευσης, οι φορείς του υποταγμένου κρατικού συνδικαλισμού και όσοι θα θελήσουν ν’ ακολουθήσουν το δρόμο της υποταγής). Για τους μη αρεστούς ο νόμος έχει πολλές δικλείδες για την καθήλωση τους. Ακόμα και αν κριθείς θετικά στην αξιολογική διαδικασία δε σημαίνει ότι θα κριθείς και προακτέος. Αυτοί που κρίνονται μη προακτέοι εντάσσονται σε ειδικό πίνακα που προβλέπει ο νόμος 4024/11 και ασφαλώς θα αποτελέσουν τις νέες δεξαμενές διαθεσιμοτήτων και απολύσεων. Και ασφαλώς θα υπάρξει ικανός αριθμός απ’ όλους τους βαθμούς γιατί σε όλους τους βαθμούς προβλέπεται ποσόστωση για το πέρασμα στον επόμενο βαθμό και άρα συγκεκριμένο ποσοστό που θα παραμένει στάσιμο.
γ. Το Προεδρικό Διάταγμα για την αξιολόγηση προωθεί ένα μοντέλο ιεραρχικής επιτήρησης του εκπαιδευτικού και γραφειοκρατικής συμμόρφωσης πάνω σε τυποποιημένα πρότυπα. Στη βάση αυτού του μοντέλου ο εκπαιδευτικός της πράξης που οφείλει να “συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις”. Είναι ένα μοντέλο συγκεντρωτικό, αυταρχικό, που μετατρέπει την εκπαιδευτική διαδικασία σε ποσοτικοποιημένους δείκτες, υποτίθεται μετρήσιμους. Τόσο ο κατακερματισμός όσο και η ποσοτικοποίηση της εκπαιδευτικής πράξης εξυπηρετεί τον εντατικότερο έλεγχο του εκπαιδευτικού είναι όμως στην πραγματικότητα ένα ψεύδος. Η εκπαιδευτική διαδικασία και οι επιμέρους πλευρές της (διδασκαλία, οργάνωση και διοίκηση του σχολείου , αναλυτικά προγράμματα) είναι πολύπλοκες λειτουργίες δεν μπορούν να εκφραστούν με ποσοτικά μεγέθη στο σύνολό τους. Συμμετέχοντας στα τεχνοκρατικά και νεοφιλελεύθερα προγράμματα του Ο.Ο.Σ.Α και υιοθετώντας τα αντίστοιχα πρότυπα του Υπουργείου Παιδείας της Μεγάλης Βρετανίας (Νέα Πρότυπα για Εκπαιδευτικούς, Μάιος 2012) δημιουργούν ένα σχολείο μακριά από από τις ανάγκες της κοινωνίας, διαγράφουν κάθε κοινωνική ευαισθησία από τους στόχους του και προτάσσουν το καπιταλιστικό κέρδος ως κριτήριο για τη λειτουργία του . Επιδιώκουν να μετακυλήσουν την ευθύνη για την κρίση της εκπαίδευσης στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές ως αποκλειστικά υπεύθυνους , την ώρα που με την ανάλγητη και αντικοινωνική πολιτική τους συντρίβουν κάθε κοινωνικό και μορφωτικό δικαίωμα και διαλύουν το δημόσιο σχολείο.
“Τα κριτήρια όπως αναφέρονται στο ΦΕΚ είναι τα ακόλουθα:
α) Κατηγορία Ι– Εκπαιδευτικό περιβάλλον, η οποία περιλαμβάνει τα εξής κριτήρια (Συντελεστής βαρύτητας 0,75):αα) Διαπροσωπικές σχέσεις και προσδοκίες. ββ) Παιδαγωγικό κλίμα στη σχολική τάξη. γγ) Οργάνωση της σχολικής τάξης.
β) Κατηγορία ΙΙ– Σχεδιασμός, προγραμματισμός και προετοιμασία της διδασκαλίας, η οποία περιλαμβάνει τα εξής κριτήρια (Συντελεστής βαρύτητας 0,50): αα) Βαθμός αντίληψης των δυνατοτήτων και αναγκών των μαθητών για τη διαμόρφωση του σχεδιασμού της διδασκαλίας. ββ) Στόχοι και περιεχόμενο. γγ) Διδακτικές ενέργειες και εκπαιδευτικά μέσα.
γ) Κατηγορία ΙΙΙ– Διεξαγωγή της διδασκαλίας και αξιολόγηση των μαθητών, η οποία περιλαμβάνει τα εξής κριτήρια (Συντελεστής βαρύτητας 1,25): αα) Προετοιμασία μαθητών για τη διδασκαλία. ββ) Διδακτικές ενέργειες και εκπαιδευτικά μέσα. γγ) Ενέργειες μαθητών κατά τη διαδικασία μάθησης. δδ) Εμπέδωση της νέας γνώσης και αξιολόγηση των μαθητών.
δ) Κατηγορία IV– Υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια, η οποία περιλαμβάνει τα εξής κριτήρια (Συντελεστής βαρύτητας 1,50): αα) Τυπικές υπαλληλικές υποχρεώσεις. ββ) Συμμετοχή στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της. γγ) Επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς. ε) Κατηγορία V – Επιστημονική και επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού, η οποία περιλαμβάνει τα εξής κριτήρια: (Συντελεστής βαρύτητας 1): αα) Τυπικά προσόντα και επιστημονική ανάπτυξη. ββ) Επαγγελματική ανάπτυξη.
Όπως αναφέρει το προεδρικό διάταγμα οι αξιολογούμενοι με βάση τη βαθμολογίας τους χωρίζονται σε τέσσερις βαθμίδες. Όσοι συγκεντρώνουν βαθμολογία 0 έως και 30 χαρακτηρίζονται ελλιπείς. Αντίθετα, βαθμολογία από 31 και πάνω έχει ως αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται ο αξιολογούμενος επαρκής. αντιστοίχιση τετράβαθμης ποιοτικής κλίμακας και εκατοντάβαθμης αριθμητικής κλίμακας έχει ως εξής: α) “ελλιπής”: 0 έως 30 βαθμοί, β) “επαρκής”: 31 έως 60 βαθμοί γ) “πολύ καλός”: 61 έως 80 βαθμοί και δ) “εξαιρετικός”: 81 έως 100 βαθμοί.” (http://www.alfavita.gr/το ΦΕΚ αξιολόγησης των εκπαιδευτικών Π.Δ 152/ 5/11/2013 α.φ 240 )
Στο Προεδρικό Διάταγμα υπάρχουν δύο κρίσιμες διατάξεις που θα κρίνουν την έκβαση των πραγματικών στόχων της αξιολόγησης :
- “Οι εκπαιδευτικοί που χαρακτηρίζονται ελλιπείς σε περισσότερα του ενός κριτήρια σε μία εκ των κατηγοριών χαρακτηρίζονται συνολικά ελλιπείς, ασχέτως συνολικής βαθμολογίας (άρθρο 16 παρ.4)” Με δεδομένο ότι τα κριτήρια για την ένταξη στη μια ή στην άλλη κατηγορία της τετράβαθμης κλίμακας είναι εξαιρετικά αόριστα και ασαφή, αφήνουν ένα μεγάλο περιθώριο υποκειμενικής εκτίμησης στον αξιολογητή και ανοίγουν το δρόμο στη διοικητική αυθαιρεσία, στην επιβράβευση των ημετέρων και τη βαθμολογική καταβαράθρωση των μη αρεστών .Με μια τόσο αυταρχική διάταξη ο αξιολογούμενος είναι στο έλεος του αξιολογητή.
- Οι εκπαιδευτικοί που, σύμφωνα με την τελική τους βαθμολογία ή σύμφωνα με την παράγραφο 4 χαρακτηρίζονται συνολικά ελλιπείς, με σχετική πράξη του Διευθυντή Διεύθυνσης, εγγράφονται στον πίνακα των μη προακτέων που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν. 4024/2011 (Φ.Ε.Κ. Α 226).(άρθρο 16. παρ. 5) Εδώ έχουμε τη διαμόρφωση της νομοθετικής βάσης για τη διαμόρφωση καινούργιων δεξαμενών διαθεσιμότητας και μελλοντικών απολύσεων.
Η θεσμοθέτηση της αξιολόγησης έρχεται ως αποτέλεσμα έντασης της νεοφιλελεύθερης επίθεσης στη δημόσια εκπαίδευση και επιβολής του σχεδίου του Νέου Σχολείου σ’ αυτήν. Του σχολείου της κατάρτισης και της αποσπασματικής γνώσης που θα προετοιμάζει για την ευέλικτη εργασία. Η αξιολόγηση στις σημερινές συνθήκες έχει ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά : πέρα από την ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων και την κατηγοριοποίηση των σχολείων με βάση την κοινωνική σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού τους , διαλύει κάθε πνεύμα συλλογικότητας μέσα στη σχολείο , δημοκρατίας και παιδαγωγικής ελευθερίας. Ο Σύλλογος διδασκόντων μετατρέπεται σε διεκπεραιωτή των κατευθυνόμενων από την “Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.)” προτύπων και δεικτών “ποιότητας” και ο εκπαιδευτικός καλείται να συμμορφωθεί πλήρως προς τις κυρίαρχες κατευθύνσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής και να γίνει ένας καλός διεκπεραιωτής των αρχών του νέου σχολείου της αγοράς , χωρίς καμιά κριτική συνειδητοποίηση για τους στόχους και το ρόλο αυτής της μορφής σχολείου. Είναι καθοριστικός κρίκος του συνολικού πλέγματος αυταρχισμού που εγκαθίσταται στην εκπαίδευση με το νέο πειθαρχικό δίκαιο (ν.4057/12 , 4093/12) και της καθημερινής ηλεκτρονικής επιτήρησης των σχολείων (My School.)
Για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να διαμορφωθεί ένα ρεύμα όχι μόνο αντίστασης στην αξιολόγηση – χειραγώγηση του εκπαιδευτικού έργου και του εκπαιδευτικού αλλά συνολικά του σχολείου της αγοράς που προετοιμάζει τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων για τους σύγχρονους σκλάβους της μαύρης εργασίας .
Κανένας αξιολογητής στην τάξη. Κατάργηση του νομικού πλαισίου για την αξιολόγηση ν. 2986 και 4041/12 και καθηκοντολογίου. Κατάργηση των μνημονιακών νόμων 3848/10 , 4024/11.
Όχι στην αξιολόγηση – αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών. Παιδαγωγική ελευθερία και δημοκρατία στα σχολεία. Αποφασιστική ενίσχυση του Συλλόγου Διδασκόντων και ανάδειξή του ως κυρίαρχου οργάνου του σχολείου με αποφασιστικές αρμοδιότητες.
Όχι στα σεμινάρια για την αυτοαξιολόγηση και την αξιολόγηση. Οι συνάδελφοι διευθυντές να μην δεχτούν να συμμετάσχουν στα σεμινάρια αυτά. Σε περίπτωση πραγματοποίησης σεμιναρίου για την αξιολόγηση προχωράμε στην ακύρωσή του.
Κανένα στέλεχος εκπαίδευσης να μην αναλάβει ρόλο αξιολογητή. Κανένα σχολείο μην δεχτεί να μπει στο πρόγραμμα αυτοαξιολόγησης.
Δεν έχουν θέση στα σωματεία όσοι υποστηρίζουν και αναλαμβάνουν ρόλο αξιολογητή.
Ενιαίο 12χρονο σχολείο , δημόσιο και δωρεάν. Δίχρονη υποχρεωτική προσχολική αγωγή.
ΓΙΑ ΤΟ Δ.Σ
Ο Η
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ
ΧΡ. ΡΕΠΠΑΣ ΣΤ. ΛΑΓΙΑΚΟΥ
Κάντε το πρώτο σχόλιο