Βασικά σημεία κριτικής – απόρριψης της πρότασης της ομάδας εργασίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α.Π

Βασικά σημεία κριτικής – απόρριψης της πρότασης της ομάδας εργασίας του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α.Π «Για ένα σύστημα αξιολόγησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου».

Του Γιώργου Κ. Καββαδία*

  1. Πίσω από χίλιες δυο «αθώες» έννοιες κρύβεται ένα πολυσύνθετο ασφυκτικό σύστημα αξιολόγησης που επιβεβαιώνει βασικές μας εκτιμήσεις ότι η αξιολόγηση αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής εργασιακών σχέσων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων εκπαιδευτικών και μαθητών. Ένα οργουελιανό μοντέλο τύπου “big brother”, όπου «όλοι και όλα αξιολογούνται» και στο τέλος πληρώνουν τον …λογαριασμό οι εκπαιδευτικοί. Ένα μοντέλο νεο – επιθεωρητισμού πολύ πιο αυταρχικό και πολυπλόκαμο από το παλίο του επιθεωρητισμού που τροφοδοτεί αυταπάτες περί συμμετοχής και συνδιαμόρφωσης της αξιολόγησης και «του διαμορφωτικού και αναπτυξιακού» της χαρακτήρα και γενικότερα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η υποκρισία περισσεύει όταν αναφέρουν ότι «δεν μπορεί να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα», ενώ την ίδια ώρα στιγματίζουν τον ίδιο τον εκπαιδευτικό και το έργο του με τον χαρακτηρισμό «ελλιπές». Η κατηγοριοποίηση και ο στιγματισμός με κριτήρια που δεν είναι μετρήσιμα και αντικειμενικά δεν είναι τιμωρία; Πολύ περισσότερο που υπάρχει θεσμικό πλαίσιο για σύνδεση μισθού – βαθμού, αλλά και για απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων.
  2. Είναι φανερό και αναμενόμενο ότι καθορίζουν ένα πολύ γενικό πλαίσο αξιολόγησης που σταδιακά θα εξειδικεύεται σύμφωνα με την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πολιτική σε διεθνές επίπεδο. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ με την αξιολόγηση προχωρούν σε κατηγοριοποίηση με περιγραφικούς χαρακτηρισμούς του εκπαιδευτικού έργου των εκπαιδευτικών: α. ελλιπές, β. επαρκώς, γ. πολύ καλό, δ. εξαιρετικό αποφεύγουν να προσδιορίσουν τις επιπτώσεις: «πετυχημένα» και «αποτυχημένα» σχολεία, βαθμολογική – μισθολογική καθήλωση και απολύσεις. Αφού σε όλα αντιγράφουν τα διεθνή πρότυπα, «ξεχνούν» τις επιπτώσεις που θα ρυθμιστούν ανάλογα με τη συγκυρία ή και αξιοποιώντας το ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο π.χ. ενιαίο μισθολόγιο, όπου η βαθμολογική – μισθολογική εξέλιξη εξαρτάται από την αξιολόγηση ή με συγκεκριμένες ρυθμίσεις για εφεδρεία και απόλυση 200.000 δημοσίων υπαλλήλων μέχρι το 2015. Εξάλλου αυτές είναι θέμα κυβερνητικής πολιτικής και δε χρειάζεται τώρα μια «επιστημονική ομάδα» εργασίας να καταλήγει σε τέτοιες προτάσεις. Άλλωστε μέχρι τέλος του Νοέμβρη σύμφωνα με δηλώσεις του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α.Π. θα διαμορφωθεί το σχετικό Π.Δ. που ασφλώς θα είναι σκληρότερο, αν και το πιθανότερο είναι να ακολουθηθεί μια σταδιακή η ολοκλήρωση ενός σκληρού νομοθετικού πλέγματος.
  3. Ο φόβος του εκπαιδευτικού κινήματος πάνω από το Υ.ΠΑΙ.Θ.Α.Π. και τους αξιολογητές. Ίσως το πρώτο συμπέρασμα που βγαίνει από μια πρώτη ανάγνωση της πρότασης είναι ότι φοβούνται ένα κίνημα αντίστασης των εκπαιδευτικών εναντίον της αξιολόγησης. Γράφουν χαρακτηριστικά για την «ισχυρή κριτική την οποία υπέστη ο θεσμός» του επιθεωρητή «κυρίως από τους εκπαιδευτικούς και τις Ομοσπονδίες τους». Γι’ αυτό και θρηνούν για «αξιοπρόσεκτες νομοθετικές ρυθμίσεις» που «παραμένουν ανενεργές και στα «χαρτιά». Επιπλέον μας καλούν να συνυπογράψουμε ένα «εκπαιδευτικό συμβόλαιο», να συμβάλουμε στη «διαμόρφωση κουλτούρας αξιολόγησης» -δηλαδή να συναινέσουμε στην υποταγή και πειθάρχηση. Διακηρύσσουν: «Βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της αξιολογικής διαδικασίας είναι η αποδοχή της από τους εκπαιδευτικούς.»
  4. Προτείνεται σύμφωνα με την κυρίαρχη πρακτική σε διεθνές επίπεδο ένα συνδυαστικό μοντέλο αξιολόγησης : «αυτο-αξιολόγηση, η οποία  γίνεται από συλλογικά όργανα και αφορά στο εκπαιδευτικό έργο των δομών, του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά και του εκπαιδευτικού συστήματος, την ιεραρχική εσωτερική αξιολόγηση, που γίνεται από θεσμικά όργανα  και αφορά στο εκπαιδευτικό έργο μονάδων, στελεχών της εκπαίδευσης και εκπαιδευτικών, και την εξωτερική αξιολόγηση, που  γίνεται από  ανεξάρτητη διασφάλισης της ποιότητας και αφορά στη διασφάλιση της εγκυρότητας, της αξιοπιστίας και της αντικειμενικότητας των διαδικασιών αξιολόγησης δομών, στελεχών και εκπαιδευτικών». Από την πρόταση διαφαίνεται η κυριαρχία της « ιεραρχικής εσωτερικής αξιολόγησης» με την έννοια ότι οι εκθέσεις Διευθντή και Σχολικού Συμβούλου συνεπάγονται συγκεκριμένες επιπτώσεις για τους εκπαιδευτικούς.
  5. Ο εκπαιδευτικός «αξιολογείται» ουσιαστικά από τον Σχολικό Σύμβουλο και τον Διευθυντή του σχολείου που συντάσσουν Εκθέσεις Υπηρεσίας, Ατομικές Εκθέσεις (Πεδία, Τομείς  & κριτήρια ποιότητας).
  6. Ο διευθυντής του σχολείου συντάσσει έκθεση για το «(υπηρεσιακό/ επαγγελματικό) διοικητικό έργο από τον Διευθυντή του σχολείου (Ατομικός φάκελος + Έκθεση αυτοαξιολόγησης Σχολικής Μονάδας,ως πειστήριο για τo έργο του + Έκθεση Διευθυντή σχολείου). (…)Η κρίση γίνεται κατ΄ έτος ή ανά διετία με ατομική έκθεση αξιολόγησης στο τέλος του σχολικού έτους».

Προσέξτε και αυτό: «Έκτακτη αξιολογική κρίση μπορεί να πραγματοποιηθεί για λόγους που εκτιμά η υπηρεσία ή ο εκπαιδευτικός».

«Ένας εκπαιδευτικός αξιολογείται τουλάχιστον ανά διετία ως προς την υπηρεσιακή του συνέπεια και επάρκεια από τον Διευθυντή του σχολείου όπου εργάζεται. Από τον Σχολικό Σύμβουλο αξιολογείται ανά τετραετία….»

  1. Ο σχολικός σύμβουλος συντάσσει έκθεση «για το παιδαγωγικό/διδακτικό έργο (Ατομικός φάκελος + Έκθεση αυταξιολόγησης Σχολικής Μονάδας,ως πειστήριο για τo έργο του + Έκθεση Σχολικού Συμβούλου)».

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού διακρίνεται σε: α) ετήσια και β)περιοδική.

Η «τελική αξιολογική έκθεση» συντάσσεται από τον Σχολικό Σύμβουλο. «Χρησιμοποιείται περιγραφική κλίμακα, η οποία χαρακτηρίζει τον τρόπο επιτέλεσης του έργου τους (ελλιπώς, επαρκώς, πολύ καλά, εξαιρετικά).

8.Οι εκπαιδευτικοί των οποίων το έργο αξιολογείται ως «επαρκές» είναι προακτέοι.

Οι εκπαιδευτικοί το έργο των οποίων έχει αξιολογηθεί ως «ελλιπές» σε κάποιο πεδίο, παρακολουθούν ενισχυτικό/διαμορφωτικό πρόγραμμα επιμόρφωσης και η αξιολόγησή τους στο συγκεκριμένο πεδίο επαναλαμβάνεται το επόμενο έτος». Με άλλα λόγια υπορεώνονται σε μια διαδικασία κρατικής επιμόρφωσης – συμμόρφωσης που δεν έχει σχέση με τις πραγματικές ανάγκες των εκπαιδευτικών και των μαθητών, αλλά με τις ανάγκες ενός εκπαιδευτικού συστήματος που υπηρετεί την καπιταλιστική κοινωνία.

9.Πεδία, Τομείς και Κριτήρια της Ποιότητας του Εκπαιδευτικού Έργου

Α. Πεδίο 1ο: Εκπαιδευτικό Περιβάλλον:  (α) Διαπροσωπικές Σχέσεις και Προσδοκίες, (β) Παιδαγωγικό Κλίμα και (γ) Οργάνωση της σχολικής Τάξης

Β. Πεδίο 2ο: Σχεδιασμός, Προγραμματισμός και Προετοιμασία Διδασκαλίας: (α) Μαθητής,  (β) Στόχοι και Περιεχόμενο και (γ) Διδακτικές Ενέργειες και Εκπαιδευτικά Μέσα

Γ. Πεδίο 3ο: Διεξαγωγή και Αξιολόγηση Διδασκαλίας: (α) Προετοιμασία των Μαθητών για τη Διδασκαλία, (β) Διδακτικές Ενέργειες και Εκπαιδευτικά Μέσα, (γ) Μαθησιακές Ενέργειες και (δ) Εμπέδωση και Αξιολόγηση της Νέας Γνώσης

Δ. Πεδίο 4ο: Υπηρεσιακή Συνέπεια και Επάρκεια: (α)  Τυπικές Υπαλληλικές Υποχρεώσεις,   (β) Συμμετοχή στη Λειτουργία της Σχολικής Μονάδας και (γ) Συνεργασία με Γονείς και Φορείς

Ε. Πεδίο 5ο: Τυπικά Προσόντα και Επιστημονική και Επαγγελματική Ανάπτυξη: (α) Τυπικά Προσόντα και Επιστημονική Ανάπτυξη και   (β) Επαγγελματική Ανάπτυξη.

10. «Ο Διευθυντής του σχολείου αξιολογεί το Πεδίο 4, την «υπαλληλική  συνέπεια και επάρκεια» του εκπαιδευτικού. Ο Σχολικός Σύμβουλος αξιολογεί τα υπόλοιπα τέσσερα πεδία, εκ των οποίων τα Πεδία 1 και 3, κατά το μεγάλο μέρος τους, με βάση την άμεση παρακολούθηση και τα υπόλοιπα των εν λόγω Πεδίων καθώς και τα Πεδία 2 και 5 με βάση τη συζήτησή του με τον εκπαιδευτικό και τα αντίστοιχα τεκμήρια (π.χ. πρακτικά συλλόγου διδασκόντων, βεβαιώσεις , στοιχεία ατομικού φακέλου κ.λπ.). Στοιχεία ανάλογα και προσωπικές εκτιμήσεις για την ποιότητα του έργου του μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να καταθέσει και ο ίδιος ο εκπαιδευτικός, συμπληρώνοντας την ίδια εσχάρα (φόρμα) που χρησιμοποιεί και ο αξιολογητής».

11. Όταν ένας εκπαιδευτικός αξιολογείται  από τον Σχολικό Σύμβουλο, τότε μετέχει στις παρακάτω φάσεις:

Α. Προ-αξιολογική φάση, όπου ο Σχολικός Σύμβουλος με τον εκπαιδευτικό συζητούν, προγραμματίζουν και προετοιμάζουν την παρακολούθηση των διδασκαλιών και  διευκρινίζονται πλήρως τα τυπικά θέματα (π.χ. ώρα, μέρα, τάξη, μάθημα) …

Β. Φάση παρακολούθησης διδασκαλιών και αξιολόγησης…

Γ. Φάση μετα-αξιολογικής συζήτησης και αναστοχασμού…

  1. Όλα μετριούνται με βάση τους νόμους της αγοράς

Ο προσδιορισμός των «δεικτών ποιότητας» για την ποιότητα της σχολικής εκπαίδευσης» είναι προϊόν μιας τεχνοκρατικής και ακραίας οικονομίστικης αντίληψης για την εκπαίδευση. Η λογική αυτή οδηγεί στην εφαρμογή μοντέλων αξιολόγησης και ελέγχου με «πιστοποιητικά ποιότητας» σύμφωνα με τα πρότυπα της βιομηχανίας και του εμπορίου.

Επιδιώκει να επικυρωθούν ως αντικειμενικά μετρήσιμα στοιχεία της προσωπικότητας και νοητικές λειτουργίες των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως η διδακτική ή μαθησιακή ικανότητα, η πνευματική και επιστημονική συγκρότηση, η ικανότητα επικοινωνίας και ο τρόπος συμπεριφοράς, οι ιδέες, η φαντασία, η πρωτοβουλία κ.ά. Όμως αυτή η μέτρηση των ανθρώπινων διανοητικών λειτουργιών γίνεται με βάση τις αρχές και τους στόχους του σχολείου της αγοράς.

Πέρα από τους μύθους της εξουσίας, η αλήθεια είναι ότι η επιστημονική συγκρότηση, η παιδαγωγική κατάρτιση και η διδακτική ικανότητα δεν είναι ποσοτικά μεγέθη που μπορούν να μετρηθούν. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν μέθοδοι ή κριτήρια «αντικειμενικά» και «αξιοκρατικά».

13. «Το  θετικό Εκπαιδευτικό Περιβάλλον  είναι κατά μεγάλο μέρος δημιούργημα της προσωπικότητας του εκπαιδευτικού» γράφουν οι κρατικοί «σοφοί» μας. Στο νέο πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους. Ξέρουν άλλα ως υπηρέτες της κρατικής εξουσίας δεν αναφέρουν ότι ο αμέτρητοι κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί παράγοντες που επηρεάζουν και συνδιαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία και το εκπαιδευτικό έργο. Κοινωνική προέλευση, οικογενειακή κατάσταση, συνθήκες διαβίωσης και κατοικίας, υλικοτεχνική υποδομή σχολείου, αναλυτικά προγράμματα, τύπος εξετάσεων, σχολικά βιβλία, εκπαιδευτικό κλίμα, παιδαγωγικές μέθοδοι, τα πάντα γίνονται καπνός. «Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα.

«Το να κατηγορούμε τους καθηγητές για τα άσχημα αποτελέσματα στα τεστ, σε αστικά σχολεία με υψηλά ποσοστά φτωχών και σαφώς μη προνομιούχων μαθητών, καταγόμενων από κακόφημες περιοχές και προερχόμενων από διαλυμένες οικογένειες, είναι σα να κατηγορούμε έναν αγρότη, επειδή είχε κακή συγκομιδή μετά από περίοδο ξηρασίας.Είναι σα να κατηγορούμε έναν οδηγό λεωφορείου επειδή δεν τήρησε τα δρομολόγια, ενώ μεγάλο μέρος της διαδρομής που έπρεπε να διανύσει ήταν πλημμυρισμένη».(Paul Street, Χτυπώντας το Νεοφιλελευθερισμό στο Σικάγο).

  1. Θέλουν αντια – αυταρχικό “super man” δάσκαλο σε αυταρχικό σχολείο!

Σε ένα σχολείο αυταρχικό που βασίζεται στις τιμωρίες, την κατηγοριοποίηση και τον αποκλεισμό θέλουν τον κακοπληρωμένο εκπαιδευτικό από θέση δημόσιου υπαλλήλου που στερείται θεσμικά κάθε δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλιών για την ανατροπή αυτών των συνθηκών, να είναι στην τάξη ένας “super man” και αντιαυταρχικός, στην ουσία ο μεγάλος «ένοχος» για την αδυναμία του κράτους και του σχολείου να ικανοποήσουν τις μορφωτικές ανάγκες των μαθητών,: Έτσι: «εμπεδώνει δημοκρατικό στυλ επικοινωνίας και επίλυσης θεμάτων… υποστήριξη, ενθάρρυνση, υψηλές προσδοκίες, δημοκρατικό στιλ συλλογικές αποφάσεις, ενθαρρύνει κλίμα συλλογικότητας και πρωτοβουλίας, την ανάληψη  ομαδικών πρωτοβουλιών για την οργάνωση εκδηλώσεων και δράσεων για την επίλυση προβλημάτων και τη μελέτη θεμάτων… Συμμετέχει σε πρόγραμμα κοινωνικο-συναισθηματικού προσανατολισμού, όπως π.χ. πρόγραμμα για τη σχολική βία: Μετέχει ενεργά και στηρίζει με το έργο του το διοικητικό έργο της σχολικής μονάδας, μετέχοντας σε επιτροπές που αναλαμβάνουν  δράσεις προς όφελος της σχολικής μονάδας» Μα πάνω από όλα πειθήνιος και υπάκουος».

Mε δεδομένο, λοιπόν, ότι ορίζονται με κάθε λεπτομέρεια οι προδιαγραφές της διδακτικής μεθοδολογίας και τα πλαίσια, οι κατευθύνσεις και οι ενέργειες υποστήριξής της, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών έχει το ρόλο ελέγχου και συμμόρφωσης του εκπαιδευτικού και αποτελεί δείκτη ευθυγράμμισης σ’ αυτές τις προδιαγραφές. Το κράτος ζητάει την παθητική τους υποστήριξη και την τήρηση του τύπου, δηλαδή, την εφαρμογή της επίσημα προτεινόμενης μεθόδου, τεχνικής μετάδοσης της σχολικής γνώσης. Mε άλλα λόγια, μέσα από τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες ελέγχου των εκπαιδευτικών υλοποιείται μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή και μια αντίληψη για την ιδεολογική χειραγώγηση του εκπαιδευτικού, με την επιβολή μιας κρατικής διδακτικής. Άλλωστε, μην ξεχνάμε, ότι σύμφωνα με τα νεότερα επιστημονικά πορίσματα γίνεται ευρύτερα αποδεκτή η αλήθεια: «Δεν υπάρχει κώδικας διδασκαλίας που να μπορεί να εφαρμοστεί παντού με τα ίδια αποτελέσματα, ούτε μπορεί να εξακριβωθεί επιστημονικά ποια διδασκαλία αποδίδει περισσότερο».

Όλοι οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουμε ότι εργαζόμαστε σε κινούμενη άμμο. Το υλικό μας αλλάζει από μέρα σε μέρα, από τμήμα σε τμήμα, από ώρα σε ώρα. Μόνο ανίδεοι ή υποκινούμενοι από σκοπιμότητα μπορούν να αναιρέσουν αυτές τις αλήθειες. H εκπαιδευτική διαδικασία και ο εκπαιδευτικός δεν μπορούν να διασπαστούν σε επιμέρους αξιολογούμενα στοιχεία και να μετρηθούν μέσα από 2 – 3 επισκέψεις του Σχολικού Συμβούλου στην τάξη ή από τη συμμετοχή σε σεμινάρια κ.λπ. H εκπαιδευτική διαδικασία έχει χαρακτήρα δυναμικό και όχι στατικό, επηρεάζεται από πλείστους όσους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς παράγοντες και άρα δεν μπορεί να διασπαστεί και να μετρηθεί.

15. Δεν είναι μια διαδικασία που οδηγεί στη βελτίωση της ποιότητας της εκαπαίδευσης. Διατυμπανίζουν: «Η αξιολόγηση έχει διαπιστωτικό, διαμορφωτικό, παιδαγωγικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα. ….Σκοπός του προτεινόμενου συστήματος αξιολόγησης είναι η βελτίωση της  ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου στις εκπαιδευτικές δομές και στα σχολεία της χώρας. που αποσκοπεί, διά της κριτικής και του αναστοχασμού στη βελτίωση του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου από τα σύνολα και τα άτομα που εμπλέκονται/συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία». Από τη συζήτηση για την αξιολόγηση και την ποιότητα της εκπαίδευσης εξοβελίζεται το ερώτημα «ποιος έχει την εξουσία» στην εκπαίδευση και την κοινωνία, ποιος καθορίζει τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία, ποιος οργανώνει τις εξετάσεις, ποιος φτιάχνει την εκπαιδευτική νομοθεσία, ποια είναι η συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε όλα αυτά. Για την κυρίαρχη τάξη «ποιότητα στην εκπαίδευση σημαίνει εύρυθμη λειτουργία του σχολείου της αγοράς που μεταδίδει μονομερείς ιδεολογικά γνώσεις από το ¨κρυφό σχολείο¨μέχρι τον … «συνωστισμό της Σμύρνης».

Την ώρα που οι προσλήψεις στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκαίδευση είναι μόλις 225! και οι δαπάνες για την παιδεία κάθε χρόνο περικόπτονται φτάνοντας για το 2012 στο 2,51 % του ΑΕΠ μειωμένες κατά 1 δις 280 εκ. ευρώ είναι πρόκληση οι «σοφοί» του κράτους να μιλούν για «ποιότητα στην εκπαίδευση» Η αξιολόγηση όχι μόνο δεν έρχεται να συμβάλλει στη στήριξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας , όπως διατείνονται οι κρατικοί μύθοι αλλά την υπονομεύει ανοιχτά. Αποτελεί βασικό εργαλείο για τη συρρίκνωση του σχολικού δικτύου, την κατηγοριοποίηση των σχολείων σε «καλά» και «κακά», την ταξική διαφοροποίηση του μαθητικού πληθυσμού και την ένταση της ιδεολογικής και επιλεκτικής λειτουργίας της εκπαίδευσης.

16. Όλα όσα αναφέρονται για δημοκρατικό –  συμμετοχικό μοντέλο, «εκπαιδευτικό συμβόλαιο» και τόσα άλλα ηχηρά, όπως: «Η οργάνωση και η λειτουργία του σχολείου βασίζεται στη διαμόρφωση ενός συμμετοχικού, συλλογικού και συνεργατικού πλαισίου εργασίας όλων των παραγόντων της σχολικής μονάδας», αφορούν τη «λογική» της «Έκθεσης ιδεών» και όχι την κοινωνική και εκπαιδευτική πραγματικότητα. Όλα αυτά δεν απαντούν στο βασικό πολλαπλό ερώτημα: ποιος ασκεί την εξουσία – ποιος – ποιον – τι – πώς και γιατί αξιολογεί; Ποιος καθορίζει τους «εθνικούς στόχους» και τα «κριτήρια»; Με άλλα λόγια η εκπαίδευση στο καπιταλιστικό νσύστημα δε λειτουργεί για το «κοινό καλό», ούτε η σχολική γνώση είναι «ουδέτερη». Σε ένα ιεραρχικό – ταξικό εκπαιδευτικό σύστημα  η αξιολόγηση δεν μπορεί παρά να είναι ιεραρχική – συμμορφωτική, συμπυκνώνει την ανισότητα διασφαλίζοντας τον ταξικό του ρόλο. Με άλλα λόγια μια αυταρχική πολιτική εξουσία μέσα από ένα ιεραρχικό, αυταρχικό άκρως κομματικοποιμένο διοικητικό μηχανισμό που λειτουργεί στη βάση των πελατειακών σχέσεων, της αναξιοκρατίας, της ρεμούλας και της διαφθοράς επιβάλλει το πλαίσιο της αξιολόγησης αποβλέποντας στην ιδεολογική χειραγώγηση – πειθάρχηση εκπαιδευτικών και μαθητών για να λειτουργεί η εκπαίδευση με βάση τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων.

17. Oι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε δικαίωμα να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο του νεο-επιθεωρητισμού, όπως διανθίζεται με τα μέτρα και τους δείκτες σύμφωνα με τα πρότυπα της «ελεύθερης αγοράς». Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ. Γληνός). Καμιά συμμετοχή σε διαβουλεύσεις και άλλες διαδιακασίες που εξωραϊζουν το αυταρχικό πρόσωπο μιας αδίστακτης εξουσίας που δια πυρός και σιδήρου υλοποιεί μια πολιτική εξαθλίωσης του λαού και κονιορτοποίησης δικαιωμάτων και κατακτήσεων ολόκληρου αιώνα.

Παραφράζοντας τον Δ. Γληνό θα χαρακτηρίζαμε την αξιολόγηση ως τον «άταφο νεκρό» της εκπαίδευσης. Αν η κυβέρνηση, η Ε.Ε. και το κεφάλαιο θέλουν να πιστεύουν στη νεκρανάσταση για να οικοδομήσουν το σχολείο της αγοράς πάνω στα ερείπια του δημόσιου σχολείου, εμείς έχουμε κάθε λόγο να την θάψουμε όσο πιο βαθιά γίνεται.

Τώρα, οφείλουμε  απέναντι στο «νέο» σχολείο των δεξιοτήτων, της κατακερματισμένης γνώσης,της αγοράς, της εγκατάλειψης και της υποταγής, να προβάλλουμε το όραμά μας  για ένα άλλο σχολείο. Πραγματικά δημόσιο και δωρεάν που να ανταποκρίνεται στην ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύπτει τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας, να τους χρησιμοποιεί για να καλυτερέψει την ανθρώπινη ζωή, που να δημιουργεί δημοκρατικά ελεύθερες προσωπικότητες, ανθρώπους που να μαθαίνουν να συνεργάζονται, να σέβονται τη διαφορετικότητα και να δουλεύουν συλλογικά για την προσωπική, αλλά και κοινωνική απελευθέρωση και ευτυχία.

* O Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της Σ.Ε. του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκαπίδευσης» και του Δ.Σ. του ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ. της Ο.Λ.Μ.Ε.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*