Του Νίκου Σαραντάκου*
Πριν από καμιά δεκαριά μέρες, στην ημερίδα «Για την Ελλάδα τώρα», η υπουργός Παιδείας κ. Άννα Διαμαντοπούλου, ανάμεσα στ’ άλλα τόνισε ότι «η ευελφάλεια, δηλαδή η ευελιξία και η ασφάλεια» είναι και τώρα η λύση. Ο νεολογισμός της κ. Διαμαντοπούλου σχολιάστηκε πολύ, συνήθως όχι ευνοϊκά, ενώ πολλοί τον χαρακτήρισαν τερατώδη, πρέπει όμως να πούμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ακούστηκε η νεόκοπη αυτή λέξη.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Η ευελφάλεια είναι προσπάθεια να αποδοθεί στα ελληνικά η λέξη flexicurity. Ο αγγλικός όρος λανσαρίστηκε στη δεκαετία του 1990 από τον τότε πρωθυπουργό της Δανίας, τον σοσιαλδημοκράτη Π. Ράσμουσεν. Ο αγγλικός νεολογισμός (και φαίνεται ότι οι Δανοί έπλασαν τον όρο κατευθείαν στα αγγλικά) είναι μια τηλεσκοπική λέξη, όπως αποδίδω (ίσως όχι μόνο εγώ) τον όρο portmanteau word: από το flexible και το security παίρνουμε το flexicurity.
Στην αγγλική γλώσσα τέτοιες τηλεσκοπικές λέξεις, που τις φτιάχνουν κόβοντας την ουρά μιας λέξης και το κεφάλι της επόμενης είναι συχνές για νεολογισμούς, για παράδειγμα έχουμε το brunch (breakfast+lunch), ή ακόμα και τη Wikipedia. Η ίδια λογική χρησιμοποιείται και με ονόματα ανθρώπων, για να δείξουμε ένα αχώριστο ζευγάρι, κι έτσι μια από τις λέξεις της χρονιάς πέρυσι ήταν το Merkozy, φτιαγμένη από το κεφάλι και το πανωκόρμι της Μέρκελ και τα πόδια του Σαρκοζί. Προσέξτε ότι το ανάποδο δεν φαίνεται και τόσο πετυχημένο: το Σάρκελ το βρίσκω αποτυχημένο, εκτός αν είμαι προκατειλημμένος επειδή δεν το έχω ξανακούσει.
Όπως είχα γράψει πριν από λίγον καιρό, παρόλο που το Μερκοζί το υιοθετήσαμε έτοιμο, η ελληνική γλώσσα δεν έχει και μεγάλη εμπειρία στο να κατασκευάζει τέτοιες τηλεσκοπικές λέξεις, ή ίσως δεν της ταιριάζει. Εμείς διατηρούμε συνήθως άθικτα τα συνθετικά, ενδεχομένως γεφυρώνοντάς τα με ένα πρόσθετο όμικρον, π.χ. μαχαιροπήρουνα, πορτοπαράθυρα, λεμονοπορτόκαλα, σαντουροβιόλια, ακόμα και Κυρκοφλωράκηδες όπως, αν θυμάστε, συνήθιζαν ν’ αποκαλούν τους ηγέτες του ενιαίου τότε Συνασπισμού οι αυριανιστές, την εποχή του «βρόμικου 89». Ένας λαϊκός άνθρωπος δεν θα έλεγε «Μερκοζί», θα έλεγε «μας έχουν αλλάξει τον αδόξαστο αυτοί οι μερκελοσαρκοζήδες». Η αντίρρηση αυτή ισχύει και για την προσπάθεια απόδοσης της flexicurity, αλλά ασφαλώς δεν είναι καθοριστική, θα συνεκτιμηθεί στα υπέρ και τα κατά. Και οι γλώσσες άλλωστε εξελίσσονται.
Ο όρος flexicurity από τη Δανία, όπου σήμαινε ευελιξία για τις επιχειρήσεις (ευκολία απολύσεων) και ασφάλεια για τον εργαζόμενο (γενναιόδωρα επιδόματα ανεργίας, αλλά και υποχρέωση του άνεργου να αναζητεί ενεργητικά εργασία), υιοθετήθηκε από την Κομισιόν σε ευρωπαϊκό επίπεδο στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας και γύρω στο 2005 έγιναν προσπάθειες να αποδοθεί στα ελληνικά ο νεολογισμός. Τότε προτάθηκε και η ευελφάλεια. Δεν ξέρω αν η κ. Διαμαντοπούλου είναι η εισηγήτρια της απόδοσης αυτής, πάντως βλέπω στα κιτάπια μου ότι πρότεινε τον όρο στις 20 Ιουλίου 2005 στα Νέα (ο ΔΟΛ έχει κλείσει την πρόσβαση στο παλιότερο αρχείο του, αλλά μπορείτε να δείτε ειρωνικό σχολιασμό του νεολογισμού από τον Ημεροδρόμο (Ν. Μπογιόπουλο) του Ριζοσπάστη):
Πάντως, υπήρξαν και άλλες προσπάθειες να αποδοθεί ο όρος, όπως το ευελισφάλεια που έχει χρησιμοποιηθεί και από υπηρεσίες της ΕΕ• πιθανόν να προτάθηκε από τον Κων. Καλλέργη της Καθημερινή στις 29.1.2006, ο οποίος πάντως το χαρακτήρισε «αδέξιο κράμα της ευελιξίας και της ασφάλειας» ή το ασφαλιξία (Χρ. Σαρδελής στην Ημερησία), που όμως πλησιάζει ανησυχητικά την ασφυξία. Η ευελφάλεια πάντως μάλλον είναι η συχνότερη από τις μονολεκτικές αποδόσεις, αλλά καλώς ή κακώς δεν ρίζωσε κι αυτή τόσον καιρό και ακόμα και η κυρία Διαμαντοπούλου, που με τόση θέρμη πλασάρει τον όρο, ένιωσε την ανάγκη να τον εξηγήσει αμέσως μετά: δηλαδή η ευελιξία και η ασφάλεια.
Διότι, όπως πολύ πετυχημένα είχε πει στη Λεξιλογία ο Νίκος Λίγγρης, με αφορμή τη συζήτηση του όρου ευελφάλεια στο ιστολόγιό μας πρόπερσι, “έχουν καταφέρει να φτιάξουν μια αγνώριστη λέξη. Δηλαδή, ενώ στο flexicurity καταλαβαίνεις ποια είναι τα συνθετικά, η ευελφάλεια νομίζεις ότι είναι κάποια αρχαία λέξη που ξέβρασε το κύμα ή, καλύτερα, που έφερε ο αέρας, έτσι ανάλαφρη που ηχεί, όλο «φ» και «λ». Κάτι σαν Φιλαδέλφεια με χαμηλά λιπαρά. Κάτι σαν ευήθεια που σου βγαίνει από τον αφαλό. Κάτι σουρεαλιστικό, πάντως”.
Κάποιος άλλος φίλος βρήκε ότι η ευελφάλεια απωθεί και ηχητικά επειδή παραπέμπει σε γερμανικά χαρακτηριστικά (Βεστφαλία; ) και κάποιος άλλος αναρωτήθηκε αν οι Ελευφαλίδες όρνιθες δαγκώνουν πιο πολύ από τις Στυμφαλίδες.
Αυτά είναι βέβαια αστεία, αλλά απηχούν μιαν αναντίρρητη αλήθεια, ότι ο νεολογισμός ευελφάλεια δεν έχει διαφάνεια, δεν καταλαβαίνει κανείς ποια είναι τα συνθετικά του. Άρα, δεν μπορεί να θεωρηθεί και πολύ επιτυχημένος.
Είναι όμως ανάγκη να έχουμε μονολεκτική απόδοση; Καταρχήν όχι. Μάλιστα, οι υπηρεσίες της ΕΕ, αν και έχουν, όπως είπα, χρησιμοποιήσει περιστασιακά και μονολεκτικές αποδόσεις, τελικά φαίνεται ότι υιοθέτησαν τον όρο «ευελιξία με ασφάλεια» που τον χρησιμοποιούν επίσης και πολλοί στην Ελλάδα (και βγάζει σχεδόν τριπλάσιες γκουγκλιές από την ευελφάλεια).
Ακόμα κι αν περιοριστούμε στις μονολεκτικές αποδόσεις δεν είναι βέβαιο πως η ευελφάλεια είναι καλύτερη• προσωπικά, αν κάποιος μου έβαζε το πιστόλι στον κρόταφο και μου ζητούσε, ζορ ζορνά, να διαλέξω μια μονολεκτικήν απόδοση, θα προτιμούσα την ευελιξασφάλεια, λύση που φορτώνεται δυο συλλαβές παραπάνω αλλά κερδίζει σαφώς σε διαφάνεια. Αλλά είπαμε, ακόμα καλύτερο βρίσκω τον δίλεξο όρο ευελιξία με ασφάλεια (το «με» δεν το μετράμε).
Όμως, επικοινωνιακά ο όρος «ευελιξία με ασφάλεια» μπορεί να χωλαίνει• σε αυτόν που πλασάρει την flexicurity σαν πανάκεια, μάλλον χρειάζεται κι ένας θαυμαστός καινούργιος όρος, σαν περιτύλιγμα, ή σαν τη σως του βρομικοπώλη της διαφήμισης: για να γλιστράει καλύτερα. Έτσι μάλλον δεν έχουμε ξεμπερδέψει με την ευελφάλεια.
Βέβαια, στην κατάσταση που βρισκόμαστε, η συνταγή μπορεί να μην είναι εφαρμόσιμη• θυμίζει τον γιατρό εκείνο που είχε συστήσει στον φυματικό εργάτη «απόλυτη ξεκούραση, τρία καλά γεύματα τη μέρα και υγιεινούς περιπάτους στην εξοχή». Σήμερα, η εφαρμογή της «ευελφάλειας» κατά πάσα πιθανότητα θα είναι πολύ ευέλ και καθόλου ασφάλεια, τουλάχιστον εργασιακή. Δύσκολοι καιροί για νεολογισμούς…
*Ο Ν. Σαραντάκος είναι μεταφραστής.
αναδημοσίευση από το μπλογκ του Ν. Σαραντάκου
Κάντε το πρώτο σχόλιο