Του Θοδωρή Βουρεκά
Η αποτυχία του παλιού σχολείου και η σημερινή του απαξίωση δεν μπορεί να έχει ως απάντηση το «Νέο Σχολείο». Δεν μπορεί δηλαδή, να έχει ως απάντηση την άμεση και οργανική υπαγωγή του σχολείου στις ανάγκες της αγοράς και στις ιδέες της «ανταγωνιστικής οικονομίας της γνώσης», όπως ισχυρίζεται ευθέως η κυβέρνηση. Χρειαζόμαστε μια ριζοσπαστική άρνηση τόσο του παλιού αστικού σχολείου που πεθαίνει, όσο και του νέου αστικού σχολείου της αγοράς, που ήδη αναδύεται. Χρειαζόμαστε μια στρατηγικού χαρακτήρα εναντίωση στο «Νέο Σχολείο» της διαφοροποιημένης εκπαίδευσης, της παιδαγωγικής περιθωριοποίησης, της απόρριψης, της μορφωτικής ανεπάρκειας, αλλά και της βαθύτερης επικυριαρχίας των εξετάσεων και των ταξικών φραγμών. Χρειαζόμαστε επομένως, ως θετική απάντηση μια πρόταση και αντίληψη για την εκπαίδευση, που να βασίζεται στη γνώση και διεκδίκηση των πρωτόγνωρων απελευθερωτικών δυνατοτήτων που γεννά σήμερα η εργασία, η επιστήμη και η τεχνική. Είναι δυνατότητες που ακυρώνονται στο πλαίσιο της καπιταλιστικής κυριαρχίας και κυριολεκτικά συντρίβονται στη δίνη της σημερινής αδιέξοδης καπιταλιστικής κρίσης.
Η αντίπαλη ταξικά πρόταση μπορεί στις σημερινές συνθήκες να συμπυκνωθεί ως τρίπτυχο:
α. Στο ενιαίο δωδεκάχρονο δημόσιο σχολείο της ενιαίας, αλλά πολύμορφης γνώσης για όλα τα παιδιά μέχρι τα δεκαοκτώ τους χρόνια, με στήριγμά του τη δίχρονη υποχρεωτική προσχολική αγωγή,
β. Στην ενιαία πανεπιστημιακή εκπαίδευση (σε αντίθεση με τους σημερινούς διαχωρισμούς και τον εσωτερικό γνωστικό κατακερματισμό) με τα ευρύτερα δυνατά γνωστικά αντικείμενα κατά σχολή, με όλα τα εργασιακά δικαιώματα στο πτυχίο,
γ. Στην ελεύθερη πρόσβαση εφόρου ζωής σε όλες τις βαθμίδες και δομές της εκπαίδευσης.
Το παραπάνω τρίπτυχο θα συμπληρώνεται με τα αναγκαία οικονομικά και κοινωνικά μέτρα στήριξης των παιδιών, των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Η κεντρική ιδέα του ενιαίου δωδεκάχρονου σχολείου δημοσίου και δωρεάν για όλα τα παιδιά αντιστρατεύεται την ύπαρξη όλων των κάθετων και οριζόντιων διαχωρισμών στην εκπαίδευση (δημοτικό – γυμνάσιο – λύκειο) και ιδιαίτερα το διπλό δίκτυο γενικής και τεχνικής εκπαίδευσης στη λυκειακή βαθμίδα, που κατηγοριοποιούν εντέλει ταξικά τους μαθητές. Εδράζεται στην πεποίθηση πως η πρόωρη επιλογή επαγγέλματος, από την ηλικία των δεκαπέντε χρόνων καθώς και ο μορφωτικός υποβιβασμός της πλειοψηφίας των παιδιών με εργατική λαϊκή προέλευση που συνεπάγεται, συγκροτούν μια σύγχρονη μορφή εκπαιδευτικής βαρβαρότητας.
Γι’ αυτό το λόγο το ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο επιδιώκει την ολοκληρωμένη μορφωτική συγκρότηση και καλλιέργεια όλων ανεξαίρετα των παιδιών μέχρι τα δεκαοκτώ τους χρόνια. Αυτό θα επιτυγχάνεται με την κατάλληλα προσφερόμενη γνώση των βασικών νόμων κίνησης της φύσης και της κοινωνίας, της γλώσσας (ελληνικής και ξένης) καθώς και με τη μύηση στην τέχνη, τον πολιτισμό και την άθληση. Η διδασκαλία, ιδιαίτερα της ελληνικής γλώσσας θα βασίζεται στην αντίληψη ότι η γλώσσα είναι ο τρόπος ύπαρξης της σκέψης, του πολιτισμού, της συλλογικής συνείδησης του λαού μας και όχι απλό μέσο επικοινωνίας, όπως την αντιμετωπίζουν οι διδακτικές του σχολείου της αγοράς.
Η διδακτική του ενιαίου σχολείου θα στηρίζεται στην αρμονική σύνδεση της θεωρίας με την πράξη, των γνώσεων με τις επιστημονικές και τεχνικές εφαρμογές. Το ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο φιλοδοξεί να οικοδομήσει δημοκρατικές και συνεργατικές διαδικασίες προσέγγισης της γνώσης. Θέλει να υπηρετήσει με νέους διδακτικούς και παιδαγωγικούς δρόμους την ανακάλυψη και την ολοκλήρωση–στερέωση της γνώσης καταργώντας τα αλλεπάλληλα εξεταστικά φίλτρα, αλλά και την ίδια τη βαθμολογία, ως αντιπαιδαγωγικών μηχανισμών κατάταξης–κατηγοριοποίησης και απόρριψης των μαθητών και εσωτερίκευσής τους. Πρόκειται ακριβώς για εκείνη την εκπαιδευτική διεργασία που προετοιμάζει βιωματικά τους νέους για την αποδοχή αργότερα της κοινωνικής ανισότητας και του κοινωνικού–καπιταλιστικού καταμερισμού εργασίας. Είναι εκείνο ακριβώς το στοιχείο που στηρίζει, αλλά και υπονομεύει ταυτόχρονα το αστικό σχολείο.
Η τεχνική–επαγγελματική εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται δωρεάν μετά το ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο από δημόσιες δομές για επαγγέλματα που δεν απαιτούν πανεπιστημιακή μόρφωση, χωρίς όμως αυτό να παρεμποδίζει ή να υπονομεύει την ελεύθερη πρόσβαση όλων στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση ή να τείνει σε νέους κοινωνικούς–μορφωτικούς διαχωρισμούς.
Η αντίπαλη ταξικά εκπαιδευτική πρόταση, ενώ είναι του παρόντος, δε γίνεται εν κενώ, με παγωμένη την κοινωνική εικόνα, αλλά με βαθιά τη συνείδηση ότι «το σχολείο αλλάζει, αλλάζοντας την κοινωνία».
Ο αγώνας για μια απελευθερωτική παιδεία, που έχει ως κρίσιμο κρίκο της την αντίπαλη ταξικά εκπαιδευτική πρόταση, που εντελώς συμπυκνωμένα αναφέρθηκε προηγουμένως, δεν είναι μόνο άρνηση του σκοταδισμού, του ιδεαλισμού, του θρησκευτικού δογματισμού, των εθνικιστικών, ρατσιστικών και σεξιστικών διαχωρισμών.
Ο αγώνας για μια απελευθερωτική παιδεία συνδυάζεται κυρίως με την πάλη για τη χειραφετημένη και χωρίς εκμετάλλευση εργασία. Συνδυάζεται δηλαδή με την πάλη να κυριαρχήσουν οι ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας (ως απάντηση στα τρία κρίσιμα ερωτήματα «τί;» «πώς;» «γιατί;») τόσο στις διαδικασίες της εκπαίδευσης και της μάθησης, όσο και στις διαδικασίες τελικά της ίδιας της παραγωγής.
δημοσιεύτηκε στο φύλλο 12 της «Μαθηματικής Φωνής» που εκδίδει η Κίνηση για την Αλλαγή στην Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία (ΕΜΕ)
Κάντε το πρώτο σχόλιο