Γ΄ΕΛΜΕ Θεσ/νίκης: Να σταματήσει τώρα η συμμετοχή των σχολείων μας στο διαγωνισμό PISA

Να σταματήσει τώρα η συμμετοχή των σχολείων μας στο διαγωνισμό PISA

Το πρόγραμμα PISA (Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών) εφαρμόζεται από το 2000 και επαναλαμβάνεται ανά τριετία, για την προώθηση της εκπαιδευτικής και οικονομικής πολιτικής του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης). Θα πραγματοποιηθεί και φέτος με την συμμετοχή και της Ελλάδας, από τις 2 Μαρτίου 2015 έως και τις 3 Απριλίου 2015. . Φορέας υλοποίησης για την Ελλάδα είναι το ΙΕΠ (Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής).

Για φέτος, η συμμετοχή των σχολείων που έχουν επιλεγεί με τυχαία, στρωματοποιημένη(;) δειγματοληψία -31 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και Επαγγελματικά Λύκεια- είναι υποχρεωτική, με εντολή του Υπουργείου.

Τα σχολεία αυτά για το νομό μας είναι:

Ανατόλια , εκπαιδευτήρια Βασιλειάδη (ΓΕΛο ),

1ο Γυμνάσιο Μενεμένης, 2ο Γυμν. Λαγκαδά, 2ο Γυμν. Πυλαίας, 3ο Γυμν. Θέρμης,

Εσπερινό Γυμν. Αμπελοκήπων, Γυμν. Λαγκαδικίων, Γυμν. Νέας Μαδύτου, 1ο ΓΕΛ Πυλαίας,

1ο ΓΕΛ Σταυρούπολης, 2ο ΓΕΛ Ευόσμου, 3ο ΓΕΛ Αμπελοκήπων, 3ο ΓΕΛ Ευόσμου,

3ο ΓΕΛ Καλαμαριάς, 3ο ΓΕΛ Πολίχνης, 3ο ΓΕΛ Φιλύρου, 7ο ΓΕΛ Καλαμαριάς,

7ο ΕΠΑΛ Θεσσαλονίκης, ΕΠΑΛ Αγίου Αθανασίου.

Στον διαγωνισμό PISA του 2015 συμμετέχουν μαθητές ηλικίας 15-16 ετών (Γ΄ Γυμνασίου – Α΄ Λυκείου), εφέτος, οι γεννηθέντες το 1999, που εξετάζονται σε τέσσερα αντικείμενα: Γλώσσα (κατανόηση κειμένου), Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες και για πρώτη φορά Συνεργατική επίλυση προβλήματος.

Αξίζει να σημειωθεί πως για να διατηρεί η χώρα μας το δικαίωμα συμμετοχής σ’ αυτόν τον, ανά τριετία, διαγωνισμό, πληρώνει περίπου 90.000€ το χρόνο (στοιχεία του 2009). Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν και οι δαπάνες (130.000€ επιπλέον τη χρονιά της διεξαγωγής) για τα διάφορα σεμινάρια, από τους εγχώριους διαφημιστές του PISA, με σκοπό τη διασπορά της καλής του φήμης και την ενίσχυση της τεχνοκρατικής αντίληψης για την εκπαίδευση.

Η Ελλάδα συνεισέφερε το 2014 το 1% του προϋπολογισμού του ΟΟΣΑ. Ο προϋπολογισμός αυτός ήταν 357.000.000€, οπότε δώσαμε 3.570.000€ (αναφέρεται στο επίσημο site του ΟΟΣΑ).

Σήμερα ο ΟΟΣΑ βρίσκεται πάλι εδώ, μετά από πρόσκληση της νέας κυβέρνησης «για να βοηθήσει»!!

ΕΙΝΑΙ ΑΘΩΟ ΤΟ PISA;

Με τις εκπαιδευτικές δομές και το κόστος σε υλικούς και ανθρώπινους πόρους ασχολείται ο ΟΟΣΑ και με το περιεχόμενο των σπουδών ο διαγωνισμός PISA

Πρόκειται για έναν διαγωνισμό, που είναι κομμένος στα μέτρα του ΟΟΣΑ και υπηρετεί τις αρχές του.

Την εφαρμογή των πολιτικών προτάσεων του ΟΟΣΑ στην Εκπαίδευση τη νιώσαμε καλά τα τελευταία πέντε χρόνια: οι συγχωνεύσεις σχολείων, η αύξηση ωραρίου, η γνωστή κακόφημη «αξιολόγηση» για την κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών, η μισθολογική καθήλωση , οι απολύσεις, για να γίνουμε (τάχα) πιο «ανταγωνιστικοί», είναι δικής του έμπνευσης. Όλα τα δικαιώματα που χάσαμε σ’ αυτό το χρονικό διάστημα, τόσο οι εκπαιδευτικοί, όσο και όλοι οι εργαζόμενοι, περιέχονταν στις οδηγίες του ΟΟΣΑ και των ακριβοπληρωμένων συμβούλων του.

Ο διαγωνισμός PISA, αποτελεί προέκταση αυτής της λογικής, έρχεται να συμπληρώσει την παρέμβαση του ΟΟΣΑ και να την κάνει σχεδόν ολοκληρωτική, αφού στόχο έχει να παρέμβει ευθέως στο περιεχόμενο των σχολικών προγραμμάτων.

Επιχειρεί με όχημα τα πορίσματά του (μέσα από τον έλεγχο των αναγνωστικών, μαθηματικών και φυσικών ικανοτήτων των μαθητών) να προσανατολίσει την σχολική εκπαίδευση σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Στην πράξη οι στόχοι του προωθούν αντί της γνώσης τη δεξιότητα. Για να πάει καλά μια χώρα στο διαγωνισμό πρέπει οι μαθητές της να έχουν αντιμετωπίσει τη Γλώσσα σχεδόν αποκλειστικά ως εργαλείο επικοινωνίας, να έχουν διδαχτεί από τα Μαθηματικά κυρίως μεθόδους επίλυσης πρακτικών προβλημάτων, ενώ στις Φυσικές επιστήμες να μην έχουν εμβαθύνει στο γιατί αλλά στο πώς.

Έτσι, το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει, προσαρμοζόμενο στους στόχους του προγράμματος, να «προπονεί» τους μαθητές σε τέτοιου είδους θέματα αντί να τους διδάσκει, να τους καταρτίζει αντί να τους εκπαιδεύει. Έτσι εξασφαλίζεται η πλήρης υποταγή όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων σε μια λογική που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τη αντίστοιχη μέτρηση της ανταγωνιστικότητας στο πεδίο της οικονομίας. Πίσω από τη σοβαροφανή και επιστημονικοφανή μεθοδολογία του διαγωνισμού προβάλλει ένα ανταγωνιστικό αγοραίο και εξετασιοκεντρικό πρότύπο που «νομιμοποιεί» την κατηγοριοποίηση και την ταξική διαφοροποίηση των σχολείων .

Ο στόχος για το «μέγιστο κέρδος με το ελάχιστο κόστος», μεταφράζεται για την εκπαίδευση ως «μικρότερες δαπάνες για αποφοίτους, που θα μπορούν να εξυπηρετούν την οικονομία, με τους χαμηλότερους δυνατό μισθούς» και εκπαιδευτικούς, που θα αξιολογούνται και θα πληρώνονται με βάση «τα επιτεύγματα» των μαθητών τους. Αυτή είναι η ουσία της στόχευσης και πρόκειται για τη «λεπτομέρεια» που επιμελώς αποκρύπτεται πίσω από την «αθώα» φρασεολογία.

Ας μην ξεχνάμε ότι από τους διαμορφωτές της πολιτικής, από τα μέσα ενημέρωσης και από παράγοντες που επηρεάζουν την κοινή γνώμη τα αποτελέσματα της Έκθεσης PISA χρησιμοποιούνται ως η επαρκής απόδειξη της αποτυχίας των εκπαιδευτικών συστημάτων. Μάλιστα, συμβαίνει το εξής παράδοξο: Στις χώρες όπου οι μαθητές καταγράφουν υψηλές επιδόσεις η κυρίαρχη πολιτική συγχαίρει τον εαυτό της και πιστώνεται με μια αποτελεσματική εκπαιδευτική πολιτική. Στις χώρες με χαμηλότερα επιτεύγματα, η κυρίαρχη πολιτική κατηγορεί ευθέως τους εκπαιδευτικούς για την κακή απόδοση!!!

Η ΟΛΜΕ, σε ανακοίνωσή της, το Δεκέμβρη του 2013, τοποθετήθηκε αρνητικά απέναντι στον διαγωνισμό PISA και στη χρήση των αποτελεσμάτων των μαθητών μας, τόσο απ’ τους ιθύνοντες, όσο και από τα ΜΜΕ, ως εργαλεία δυσφήμισης του έργου του εκπαιδευτικού και του Δημόσιου σχολείου.

Το ίδιο οφείλει να κάνει και τώρα ζητώντας από το υπουργείο την ακύρωση της συμμετοχής των σχολείων μας στο διαγωνισμό.

Γνωρίζουμε πως το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν είναι αυτό που θα θέλαμε για τα παιδιά μας. Γνωρίζουμε πως τα σχολεία μας ασφυκτιούν από την έλλειψη πόρων και έχουν τραυματιστεί βαριά όλες οι εκπαιδευτικές βαθμίδες από τις καταστροφικές πολιτικές, ιδιαίτερα την τελευταία πενταετία. Αποτελεί χρέος μας η αντιστροφή της φθίνουσας πορείας της εκπαίδευσης. Θεωρούμε όμως ότι οδηγός στην προσπάθεια για βελτίωσή της εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι οι κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ και γενικότερα η φιλοσοφία και οι επιδιώξεις των δυνάμεων της αγοράς, αλλά η ανάγκη για τη διαμόρφωσης μιας ευρύτερης μορφωτικής πολιτικής, που θα στοχεύει στην πολιτιστική ενδυνάμωση και τη μορφωτική χειραφέτηση όλων των παιδιών και ιδιαίτερα των παιδιών των λαϊκών στρωμάτων και της εργατικής τάξης. Σ’ αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αξιοποιηθούν και οι τεκμηριωμένες θέσεις και προτάσεις του εκπαιδευτικού κινήματος, που συμβαδίζουν με τις ανάγκες και τα οράματα του λαού μας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΘΗΡΑΣ ΤΣΙΝΑΡΕΛΗ ΕΛΕΝΗ

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*