Κρατικός προϋπολογισμός για την εκπαίδευση 2012

Του Χρήστου Κάτσικα

Ξεγυμνώνουν την παιδεία και τους εκπαιδευτικούς

Σε νέα δραματική μείωση των δαπανών για την παιδεία προχωρά το μαύρο μέτωπο της τρικομματικής συμμαχίας (ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ. – ΛΑΟΣ)  με το σχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2012. Mε τις «ευχές» του ΣEB και των τραπεζιτών, υπό τις ενθουσιώδεις ιαχές των πάσης φύσεως διατεταγμένων πολιτικών, δημοσιογράφων και οικονομολόγων, με τη σφραγίδα της Γερμανίας και των λοιπών ιμπεριαλιστών, η κυβέρνηση του Λ. Παπαδήμου, χωρίς περιστροφές, με ωμή τεχνοκρατική γλώσσα, ξεγυμνώνει, ουσιαστικά και τυπικά τη σχολική και την ανώτατη εκπαίδευση.

Το 2,75% στο ΑΕΠ ή 3,39% στις δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων δεκαετιών, σε απόλυτες τιμές μεταφράζεται σε μείωση 1,2 δις περίπου σε σχέση με το 2009.

Πιο συγκεκριμένα για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ο προϋπολογισμός του 2012 προβλέπει 1.747.780.000 ευρώ και είναι μειωμένος κατά 143.280.528 ευρώ σε σχέση με τον προϋπολογισμό του 2011 που ήταν ήδη σημαντικός πετσοκομμένος σε σχέση με το 2010. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τα κονδύλια που προϋπολογίζονται για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση τα 1.744.915.000 ευρώ αφορούν μισθούς και συντάξεις. Και αυτό το ποσό είναι μειωμένο από τον περσινό προϋπολογισμό κατά 128.974.757 ευρώ, πράγμα που αντανακλά στις νέες μειωμένες αποδοχές των εκπαιδευτικών αλλά και σε λιγότερες προσλήψεις εκπαιδευτικών.

Τεράστια μείωση, όμως, εμφανίζεται και στις λειτουργικές δαπάνες για την πρωτοβάθμια που για το 2012 είναι 2,9 εκατ. ευρώ, από 17,2 εκατ. ευρώ στον περσινό προϋπολογισμό.

Παράλληλα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση προβλέπονται συνολικά 2.191.659.000 ευρώ, από 2.404.218.332 πέρσι. Από αυτά, για μισθούς και συντάξεις πάνε τα 2.176.465.000 ευρώ (λιγότερα κατά 191.744.158 ευρώ σε σχέση με πέρσι) και για λειτουργικές δαπάνες πάνε τα 15.194.000 ευρώ, από 36.009.174 ευρώ πέρσι.

Μεγάλη είναι και η μείωση στα ΤΕΙ όπου φέτος προβλέπονται 289.989.000 ευρώ από 353.280.431 ευρώ το 2011.

Αντίστοιχη μείωση υπάρχει και στα πανεπιστήμια για τα οποία προβλέπονται 869.056.000 ευρώ, από 890.431.510 το 2011.

Αρκεί να θυμηθεί κανείς την αδυναμία λειτουργίας από τις περσινές περικοπές πολλών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ για να καταλάβει τι θα γίνει το 20112 με το νέο ψαλίδισμα.

 
Κρατική πολιτική η υποχρηματοδότηση
Η υποχρηματοδότηση, ο οικονομικός στραγγαλισμός, είναι κι αυτό, αλήθεια, μια πολιτική. Και, μάλιστα, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι είναι και μια αποτελεσματική πολιτική. Όταν αφήνεις κάτι να τελματώσει, εύκολα μπορείς, με επικοινωνιακές «τρίπλες», να υφάνεις την κατασκευή του κατηγορητηρίου ενάντια στο ίδιο το θύμα για το τέλμα στο οποίο έχει περιπέσει. Για να σκεφtούμε καλύτερα: Πώς μπορεί κάποιος να βγάλει από τη μέση ένα φυτό που θεωρεί ότι του πιάνει το χώρο; Μα με το να το αφήσει απότιστο, να ξεραθεί, να αχρηστευθεί. Πώς μπορεί κάποιος να πριμοδοτήσει την ιδιωτική εκπαίδευση; Μα αφήνοντας τη δημόσια εκπαίδευση σε τέλμα. Αυτό είναι για την ιδιωτική εκπαίδευση ένα δώρο από τα αποδυτήρια, πριν αρχίσει ο αγώνας.
Ας το σκεφτούμε πιο καλά. Τι επιτυγχάνεται με την υποχρηματοδότηση; Τι πετυχαίνει η κυβέρνηση με το να μην καλύπτει ούτε τα αναλώσιμα υλικά σχολείων, των τμημάτων των Πανεπιστημίων και των ΑΤΕΙ ; τι κερδίζει με το να οδηγεί, π.χ, το ένα πανεπιστήμιο να αδυνατεί να πληρώσει ακόμη και τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ (φως και τηλέφωνο), το άλλο να αδυνατεί να λειτουργήσει τις διοικητικές του υπηρεσίες, το τρίτο να μην έχει προσωπικό για τα μαθήματα των φοιτητών του;
Τι πετυχαίνει με τα παγωμένα σχολεία, τη διάλυση των μεταφορών των μαθητών; Πετυχαίνει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Από τη μια προσφέρει τροφή για κριτική στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, υποδαυλίζει το κλίμα της δυσαρέσκειας, και μέσα από την καλλιέργεια μιας γενικευμένης αβεβαιότητας αφενός μετακυλύει το λειτουργικό κόστος των σχολείων στους εργαζόμενους και φορτίζει την μπαταρία στις παραπλανητικές σειρήνες των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Επιδέξια και αθόρυβα, με τη βοήθεια της συστηματικής προβολής των ηλεκτρονικών μας κουβερνάντων (ΜΜΕ), μετά από όλα αυτά όλος ο «προβληματισμός» που αναπτύσσεται μοιάζει με τη θεωρία του πεπρωμένου στη θρησκευτική σκέψη όπου οι άνθρωποι αναφωνούν «είναι θέλημα θεού» για να εξηγήσουν ή να δικαιολογήσουν μια ορισμένη εξέλιξη των πραγμάτων.
Από την άλλη, εξαναγκάζει τα τριτοβάθμια ιδρύματα «να συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις» του «κατά Μπολόνια Ευαγγελίου», δηλαδή, να υιοθετήσουν τη συμπεριφορά ιδιωτικής επιχείρησης για να βρουν νέους πόρους κρατώντας από τη μια το δίσκο του εράνου και από την άλλη το λιβανιστήρι. Σύμφωνα με τα στρατηγικά και «επιχειρηματικά» σχέδια του ΥΠΕΠΘ, η περιστολή της δημόσιας χρηματοδότησης θα δημιουργήσει συνθήκες «δημιουργικής ανασφάλειας» στα πανεπιστήμια και θα τα υποχρεώσει να εξορθολογίσουν τη διαχείρισή τους, περικόπτοντας δαπάνες και λειτουργικά έξοδα, και να στραφούν στην αγορά σε αναζήτηση νέων πηγών εσόδων (δίδακτρα, σύνδεση με επιχειρήσεις, μετατροπή σε επιχειρήσεις πώλησης υπηρεσιών). Να, όπως πριν από λίγα χρόνια στο Παρίσι, όπου το Πανεπιστήμιο του Ορσέ επινόησε λύσεις όπως η επιμήκυνση των χειμερινών διακοπών, προκειμένου να κάνει οικονομία στη θέρμανση ή όπως στα δημόσια πανεπιστήμια πολλών ευρωπαϊκών χωρών, της Αγγλίας, της Πορτογαλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας όπου επιβλήθηκαν δίδακτρα. Έτσι, το ένα γρανάζι «πιάνει» το άλλο!
ΥΠΟΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗ
Είναι φανερό ότι η επιχείρηση υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης είναι δεμένη με ένα νήμα με την επιχείρηση «αποκέντρωση της εκπαίδευσης». Η χημεία τους λιπαίνει το έδαφος για  την ιδιωτικοποίηση και το μοντέλο του ευέλικτου, «αποκεντρωμένου» σχολείου της αγοράς.
Άμεσος στόχος, που αποκρύπτεται επιμελώς, είναι η εξεύρεση πόρων για την εκπαίδευση έξω από τον προϋπολογισμό του κράτους. Τι σημαίνει όμως πρακτικά αυτό; Με δεδομένο το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού για την εκπαίδευση, πως θα καταφέρουν οι δήμοι ή οι νομαρχίες να ανταποκριθούν στις χρηματοδοτικές ανάγκες; Είναι σαφές ότι οι Δήμοι θα αναζητήσουν πόρους από ιδιωτικές επιχειρήσεις – χορηγούς, από νέους δημοτικούς φόρους και από εισφορές γονέων καθώς η τοπική αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανταποδοτικά τέλη για τη λειτουργία των σχολείων της περιοχής της. Αυτή, βεβαίως είναι μια μέθοδος μετακύλησης του κόστους λειτουργίας του σχολείου για μια ακόμη φορά στον οικογενειακό προϋπολογισμό ο οποίος ήδη στενάζει.
Είναι φανερό, ότι κάτω από το βάρος των λειτουργικών εξόδων, που βέβαια και σήμερα υπάρχουν, οι διάφοροι «τοπικοί παράγοντες» θα οδηγήσουν ένα μεγάλο αριθμό σχολικών μονάδων σε αφανισμό. Θα επιχειρείται η συγκέντρωση των μαθητών σε όσο το δυνατό πιο μεγάλα τμήματα, ενώ σε κάποια φάση όταν ο κίνδυνος του κλεισίματος των σχολείων αυτών θα είναι εμφανής, θα επιβάλλονται και τα λεγόμενα ανταποδοτικά τέλη, σαν αναγκαία προϋπόθεση για τη λειτουργία τους.
Στα πλαίσια της αποκέντρωσης  είναι προφανές ότι ο εκπαιδευτικός καλείται να έχει ένα νέο ρόλο και κυρίως αυτοί που ασκούν διοίκηση. Στην ουσία θα μετατραπούν σε μάνατζερ – διαχειριστές που θα είναι υποχρεωμένοι ν΄ αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη λειτουργία του σχολείου. Αυτό ήδη είναι φανερό από το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας «Οργάνωση των Περιφερειακών Υπηρεσιών Διοίκησης της Εκπαίδευσης – Πρώτα ο μαθητής – Πρώτα η σχολική μονάδα – Νέα Διοίκηση για το Νέο Σχολείο».
αναδημοσίευση από το alfavita.gr

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*